Όταν ξεκινάμε το ταξίδι στη γονεϊκότητα πολλές εικόνες κατακλύζουν το μυαλό μας και μία από αυτές είναι το παιδάκι μας να τρώει χαρούμενο, ήσυχο και ορεξάτο. Πόσο συχνά, όμως, επιβεβαιώνεται αυτή η προσδοκία μας;
Οι έρευνες δείχνουν ότι το 20-80% των παιδιών παρουσιάζουν δυσκολίες την ώρα του φαγητού. Αν ρωτήσουμε τις μαμάδες, βλέπουμε ότι το 50% των μαμάδων σε όλο τον κόσμο παραπονιούνται ότι το παιδί τους δεν τρώει καλά.
Τι εννοούμε όταν λέμε ότι δεν τρώει καλά;
Η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν πολλοί ορισμοί και διαφορετικές περιπτώσεις. Ένα παιδί μπορεί να εμφανίζει μειωμένη όρεξη (ανορεξία, υπορεξία, δυσορεξία), μεγάλη επιλεκτικότητα στις τροφές, φόβος για το φαγητό (αν το παιδί είχε μία τραυματική εμπειρία, όπως πχ. αν είχε κοντέψει να πνιγεί με κάποια τροφή), αισθητηριακή υπερευαισθησία (πολύ ευαίσθητο σε ορισμένες γεύσεις, υφές, οσμές), να βαριέται τη διαδικασία του φαγητού…
Προσπαθώντας να ομαδοποιήσουμε αυτές όλες τις περιπτώσεις, καταλήγουμε σε 3 κατηγορίες:
- Τη μειωμένη όρεξη: το παιδί τρώει λίγο
- Την επιλεκτικότητα: το παιδί δυσκολεύεται με ομάδες τροφών, υφών κλπ
- Τη φοβία για την τροφή: το παιδί δυσανασχετεί σε όλη τη διαδικασία του φαγητού ή δε νιώθει άνετα (φοβάται) κάποιες τροφές
Σε κάθε περίπτωση, για να μπορούμε να πούμε ότι ένα παιδί είναι «δύσκολο» με την τροφή, θα πρέπει αυτή του η συμπεριφορά να διαρκεί περισσότερο από 2 εβδομάδες. Είναι πολύ συχνό τα παιδιά να περνούν περιόδους με μειωμένη όρεξη ή περιόδους που δε θέλουν να φάνε κάποια τρόφιμα από συγκεκριμένη ομάδα. Για να μιλήσουμε για δυσκολία σίτισης, θα πρέπει αυτή η περίοδος να έχει διάρκεια. Τα πιο πιθανά αίτια που μπορεί να προκαλέσουν κάποια παροδική δυσκολία ή μείωση της όρεξης στα παιδιά, είναι:
- Η αύξηση της θερμοκρασίας
- Κάποια αλλαγή στο περιβάλλον, για παράδειγμα ένα ταξίδι
- Κάποια αλλαγή στο σπίτι, όπως η επιστροφή της μητέρας στην εργασία, ένα νέο σχολείο, μια αλλαγή στην οικογενειακή κατάσταση κλπ.
- Το στάδιο της ανάπτυξης. Η ανάπτυξη των παιδιών δεν είναι γραμμική. Υπάρχουν διαστήματα έντονης ανάπτυξης (τότε το παιδί θα πεινάει πολύ) και διαστήματα μεγαλύτερης σταθερότητας (όπου η όρεξη του παιδιού μειώνεται δραστικά).
Σε όλες τις παραπάνω περιόδους μία αλλαγή στη συμπεριφορά του παιδιού την ώρα των γευμάτων είναι λογική και αναμενόμενη και συνήθως επιστρέφει γρήγορα σε πιο φυσιολογικά πλαίσια.
Στην περίπτωση, όμως, που οι δυσκολίες στη σίτιση επιμένουν, τότε μπορούμε να πούμε ότι έχουμε ένα δύσκολο παιδί στο φαγητό.
Αρχικά, πρέπει να ανακαλύψουμε την αιτία.
Συχνά αυτή μπορεί να βρίσκεται στο περιβάλλον. Αναρωτιόμαστε:
- μήπως το παιδί είχε μία τραυματική εμπειρία με κάποια τροφή ή με κάποιον από αυτούς που το τάιζε;
- Μήπως συμβαίνει κάτι στο περιβάλλον που το αναστατώνει ψυχολογικά και αντιδράει με αυτόν τον τρόπο προκειμένου να τραβήξει την προσοχή μας;
- Μήπως κι εμείς δεν το εκθέσαμε σε κάποιες τροφές; Για παράδειγμα, μήπως δεν τρώμε εμείς λαχανικά και φρούτα, οπότε το παιδί δεν έχει εκτεθεί σε ία τέτοια εικόνα;
Η αιτία, όμως, μπορεί να βρίσκεται και στο ίδιο το παιδί
- Πολλά παιδιά, για παράδειγμα, έχουν γονιδιακά μεγάλη ευαισθησία στην πικρή γεύση. Αυτά τα παιδιά δε θα μπορέσουν εύκολα να αγαπήσουν τα λαχανικά και θα θεωρηθούν «δύσκολα» παιδιά. Μήπως κάποιος από τους δύο γονείς είχε την ίδια δυσκολία;
- Μπορεί να υπάρχουν κάποιες ασθένειες που δυσκολεύουν το παιδί με το φαγητό, όπως για παράδειγμα, η κοιλιοκάκη, η δυσκοιλιότητα. Εδώ μπορεί να μας βοηθήσει και να μας απαντήσει μόνο ο παιδίατρος (και προσοχή! Ποτέ το internet!)
- Αν το παιδάκι είναι στα πρώτα του βήματα με την τροφή, μπορεί να μην είναι ακόμα πολύ έτοιμο για όλα τα στάδια σίτισης. Ας μην ξεχνάμε ότι η λήψη της τροφής είναι μία πολύπλοκη διαδικασία που απαιτεί τη συνεργασία πολλών διαφορετικών συστημάτων (μυϊκό, ερειστικό, νευρικό, αισθητηριακό). Όλα τα παιδιά δεν αναπτύσσονται με τον ίδιο ρυθμό!
Μήπως η αιτία είναι απλά μία παρεξήγηση;
- Κάποιες φορές η φράση «το παιδί μου δεν τρώει» θα μπορούσε να συνοδεύεται από το «όσο του βάζω να φάει» ή από το «ό,τι του βάζω να φάει». Είναι πολύ σημαντικό να θυμόμαστε ότι:
- Οι μερίδες που μπορούν να φάνε τα παιδιά είναι πολύ μικρότερες από των ενηλίκων. Ας μην ξεχνάμε ότι το στομαχάκι τους είναι όσο ένα καρύδι, γίνεται όσο ένα αυγό και μετά τον πρώτο χρόνο θα μπορούσαμε να πούμε ότι το στομαχάκι τους είναι όσο η μπουνίτσα τους. Μπορούμε να καταλάβουμε, λοιπόν, ότι οι ποσότητες που μπορούν να φάνε είναι πολύ μικρές, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι δύσκολα παιδιά στο φαγητό.
- Τα σνακ είναι επίσης φαγητό. Είναι γεύματα, μικρο-γεύματα. Αν η προσφορά των σνακ είναι πολύ πιο συχνή και σε μεγαλύτερη ποσότητα από αυτήν που χρειάζεται, θα είναι φυσιολογικό επακόλουθο το παιδί την ώρα του γεύματος να μη θέλει να φάει.
- Είναι δεδομένο ότι τα παιδιά θα δυσκολευτούν με καθετί νέο. Έχουν πολλά πράγματα να μάθουν και βρίσκονται πολύ λίγο καιρό πάνω σε αυτόν τον χαοτικό νέο κόσμο. Είναι αδύνατον, λοιπόν, ένα παιδί να είναι δεκτικό σε κάθε νέα γεύση που εμείς θέλουμε να δοκιμάσει. Ένα παιδί που πίνει γάλα, τρώει τυρί αλλά δε θέλει να φάει γιαούρτι, ένα παιδί που τρώει φασολάκια, καρότο ντομάτα, μπρόκολο αλλά δε θέλει να φάει μελιτζάνα, κουνουπίδι, αγγουράκι ή ένα παιδί που τρώει μήλο, μπανάνα, αχλάδι αλλά δεν του αρέσει το πορτοκάλι, δεν είναι απαραίτητα ένα δύσκολο παιδί. Είναι ένα παιδί που έχει ξεκινήσει καλά και θα συνεχίσει σιγά σιγά να μαθαίνει νέες γεύσεις.
Πώς θα διαχειριστούμε ένα παιδί που φαίνεται να παρουσιάζει δυσκολία στο φαγητό;
Το πιο σημαντικό; ΜΕ ΥΠΟΜΟΝΗ ΚΑΙ ΗΡΕΜΙΑ!
Δεν υπάρχει ΚΑΜΙΑ περίπτωση να φέρουμε κάποιο θετικό αποτέλεσμα με άγχος, βιασύνη, νεύρα και φωνές!
Το πρώτο μας μέλημα είναι να το συζητήσουμε με τον παιδίατρο. ΜΟΝΟ Ο ΠΑΙΔΙΑΤΡΟΣ θα εκτιμήσει σωστά την κατάσταση και θα μας πει, αν πρέπει να κάνουμε κάτι ή αν πρέπει να ανησυχήσουμε! Ο παιδίατρος θα εξετάσει το παιδί, ο παιδίατρος θα κρίνει, αν το παιδί χρειάζεται περεταίρω εξετάσεις και περεταίρω ειδικούς (αναπτυξιολόγους, ενδοκρινολόγους, ψυχολόγους). Όχι η γιαγιά, όχι κάτι που διαβάσαμε στο διαδίκτυο σε κάποιο blog για μαμάδες και όχι τα συμπεράσματα που βγάζουμε όταν συγκρίνουμε το παιδάκι μας με κάποιο άλλο συνομήλικο.
Μπορούμε να ζητήσουμε τη γνώμη ενός διατροφολόγου τόσο για τη δική μας διατροφή, όσο και για τη διατροφή της οικογένειάς μας. Να μας βοηθήσει να βελτιώσουμε τη δική μας διατροφή και να γίνουμε σωστά πρότυπα. Να μας καθοδηγήσει με συμβουλές για το πώς θα προσφέρουμε την τροφή στο παιδί μας. Να μοιραστεί μαζί μας κόλπα και πρακτικές συμβουλές. Να μας βοηθήσει να εφαρμόσουμε τις οδηγίες του παιδιάτρου, αν πρέπει να γίνουν κάποιες αλλαγές στη διατροφή του παιδιού. Να μας ενημερώσει για τις σωστές μερίδες και για το πώς θα καταρτίσουμε ένα ισορροπημένο διαιτολόγιο για το παιδί αλλά και για ολόκληρη την οικογένεια.
Αν μπορούσαμε να συνοψίσουμε, θα λέγαμε ότι
- Κάθε παιδί που δεν είναι πολύ «καλόφαγο», δεν είναι απαραίτητα και «δύσκολο» παιδί.
- Για να ανησυχήσουμε θα πρέπει η διατροφή που ακολουθεί το παιδί μας να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία του, το ανοσοποιητικό του, την ανάπτυξή του, την ψυχολογία του. Θα έχει, όμως, τότε ανησυχήσει πρώτος ο παιδίατρος. Αν ο παιδίατρος δεν ανησυχεί, δεν ανησυχούμε κι εμείς.
- Η σωστή διατροφική αγωγή είναι σημαντική για το μέλλον κάθε παιδιού, είτε «καλόφαγου», είτε «δύσκολου». Με ηρεμία, υπομονή και σωστή ενημέρωση βάζουμε γερά θεμέλια στην υγεία του για μια ζωή.